Πέντε η ώρα το πρωΐ. Γυρνάω με την ψυχή στο στόμα. Ζούνε; Να βγάλω τα παπούτσια μου χωρίς φασαρία μη τους ξυπνήσω. Να τσεκάρω μετά το καλώς έχειν. Σκύβω να κοιτάξω από την κλειδαρότρυπα και δε την βλέπω. Γυρνάω να δω αν είναι στο WC. Μα τι κάνω; Αφού μόλις έβγαλα τα παπούτσια μου εκεί. Και το φως σβηστό. Κοιτάω στο σαλόνι. Κανείς. Αρχίζω να τη φωνάζω έντρομη. Καμιά απάντηση. Ψάχνω στο μισόφωτο, με ό,τι φως έρχεται μέσα από το φως της σκάλας και των μπαλκονιών. Στην κουζίνα, ένας όγκος στο πάτωμα. Γιατί δε μου απαντάς που σε φωνάζω; Και πως θα σε σηκώσω τώρα; Δε μπορώ να σηκώσω έναν άνθρωπο 20 κιλά πιο βαρύ από μένα. Προσπαθώ να τη βοηθήσω να σηκωθεί δίνοντας οδηγίες: «Γύρνα μπρούμυτα. Προσπάθησε να γονατίσεις. Πάτα τις πατούσες σου κάτω γερά. Σήκω το κορμί σου όσο σε κρατάω.» Τίποτα. Έχω ιδρώσει σα γουρούνι, λαχανιάζω κι εκείνη το ίδιο. Πέντε και τέταρτο και αρχίζω ν’ απελπίζομαι. Δεν έχω άλλη λύση, ανεβαίνω να τον ξυπνήσω. Κατεβαίνει αγουροξυπνημένος. Πως θα τη σηκώσουμε οι δυο μας, που είναι κι αυτός αδύνατος σαν κλαράκι; Πως σηκώνεις έναν άνθρωπο από το πάτωμα που δε μπορεί να χρησιμοποιήσει τα πόδια του για να σηκωθεί; Την πιάνουμε από τις μασχάλες και μετά; Πάλι κάτω. Την πιάνει μόνος του από τις μασχάλες και τραβολογάει. Τη σηκώνει και κρακ η μέση.
Τέσσερις η ώρα. Γυρνάω από τη δουλειά. Παγωμάρα! Τι έγινε; Πήρε το κρεατομάχαιρο και προσπαθούσε να κόψει το λαιμό της. Όλα τα μαχαίρια εξαφανισμένα. Μας είχε γράψει και σημειώματα. Ένα για μένα κι ένα για ‘κείνον. Δεν αντέχει άλλο να πονάει, ούτε να είναι βάρος Ξέρω ότι πονάει και πολλές φορές κλαίει χωρίς λόγο. Παίρνει Zoloft ….. αλλά «πρέπει να μάθει να ζει με τον πόνο» μαλάκα Γ. Μαγκούφη! Ξέρω και ότι κάθε βράδυ εύχεται να μη ξημερωθεί. Την κοιτάω κατάματα και λέω ψέματα ότι δεν είναι βάρος, την ηρεμώ, την αγκαλιάζω, την παίρνω να δούμε παρέα τηλεόραση, να ξεχαστεί.
Σάββατο απόγευμα, ούτε και ξέρω τι ώρα. Έρχεται στο σαλόνι να μας ανακοινώσει ότι χέστηκε. Χάλια το νυχτικό, χάλια οι παντόφλες, χάλια οι κάλτσες, χάλια το σεντόνι, χάλια και το πάτωμα από την πόρτα της κουζίνας, όλο το χωλ και το μπάνιο. Κακοσφουγγαρισμένο και μυρίζει. Μπόρεσε και σφουγγάρισε στα χάλια της, έστω κι έτσι; Την πάω για μπάνιο και βάζω τα χεσμένα σε σακούλες, όσο ο άλλος σφουγγαρίζει ξανά. Τη γδύνω, την πλένω και τη ντύνω. Ακόμα σφουγγαρίζει. Και ακόμα χάλια το πάτωμα. Μια απ’ τις δυο μυρωδιές που μου φέρνουν εμετό αλλά σφίγγω τα δόντια. Έτσι θα μείνουμε ως τη Δευτέρα που θα έρθει η γυναίκα; Τον διώχνω, προσθέτω χλωρίνη στον κουβά και ξανασφουγγαρίζω. Παρ’όλ’αυτά η μυρωδιά δε φεύγει. Αναδύεται σε πλούσια κύματα από το πλυντήριο. Σκίζω τις σακούλες και βάζω και πλυντήριο.
Παρασκευή απόγευμα και ξεκινάω με τα μπαγκάζια μου για το ξενοδοχείο. Μόνοι! Για δυο ολόκληρες μέρες! Φεύγω παρέα με τις τύψεις μου που τους αφήνω μόνους για το Σαββατοκύριακο. Κι αν συμβεί κάτι; Θα τα βγάλει πέρα μόνος; Ούτε η γυναίκα δε θα είναι εδώ. Λες και μπορώ να τη σηκώσω εγώ αν πέσει μακριά από καναπέ ή καρέκλα…. Τηλεφωνάω και βράδυ και μεσημέρι και… είχε πέσει. Και τη σηκώσανε. Και κατουριέται επάνω της. Θα μου στρίψει! Να τον αφήσω και να φύγω; Γαμώτο, ήρθε τόσο δρόμο να με δεί κι έχω τόσο καιρό να τον δω. Δε του λέω τίποτα και παλεύω για λίγο ανάμεσα στην υποχρέωση να φύγω και στην ανάγκη να μείνω. Άλλωστε δε μου τα παρουσίασαν και τόσο τραγικά από το τηλέφωνο. Περιμένω, η μισή αλλού, και ξανατηλεφωνάω το απόγευμα. Πήρε τηλέφωνο το γιατρό και της άλλαξε τα χάπια. Συναγερμός τέρμα.
Δέκα παρά η ώρα. Ταβέρνα. Ρεμαλοπαρέα. Το κινητό μου είναι αυτό; Κοιτάω το νούμερο που καλεί και νιώθω το χρόνο να παγώνει. Αυτό είναι. Έπεσε. Ή πέθανε. Ή αυτή ή αυτός. Και πως θα φύγω από δω χωρίς αμάξι; Και τι θα κάνω σε περίπτωση θανάτου του; Ξέρω ότι εκείνη δε μπορεί να με βοηθήσει. Και ότι εγώ δε μπορώ να τη φροντίσω μόνη. Ξαναχτυπάει και απαντάω. Γιατί στο διάολο χριστιανέ μου με παίρνεις τέτοια ώρα να με ρωτήσεις αν έχω λεφτά για να ψωνίσω γλυκά για την επίσκεψη που θα ‘ρθει αύριο; Δε μπορούσε να περιμένει μέχρι το πρωί; Κλείνω και με ρωτάνε τι έχω. Υποψιασμένη τους ρωτάω αν χλόμιασα. Δε ξέρουν και δε λέω. Πετάω ένα ξερό «Τίποτα» για να κόψω κάθε περαιτέρω ερώτηση και ενδιαφέρον και συνεχίζω να πίνω τη μπίρα μου.
Μεσάνυχτα. Είναι Αύγουστος κι όλα ανοιχτά. Ψοφοζέστη. Ανεβαίνω για ύπνο. Έχει τελειώσει και η «10η Εντολή» και το πρώτο διάλειμμα για διαφημίσεις της Παπακαλιάτιδας. Έτσι κι αλλιώς ότι δε βλέπουμε κανονικά μέσα στη σεζόν, πέφτουμε πάνω του στις καλοκαιρινές επαναλήψεις. Πριν ξαπλώσω κάνω μια γύρα στη βεράντα να τον τσεκάρω από την ανοιχτή μπαλκονόπορτα. Αναπνέει; Αναπνέει. Δεν πάει έτσι. Πρέπει να φύγω. Να φύγω από ‘δω.
Εξίμιση η ώρα. Ίσα που κλείνω το ξυπνητήρι και σηκώνομαι για να πάω στη δουλειά. TΑΝΙΛΑΑΑΑΑΑΑΑ. Πάλι ευτυχώς μπροστά στον καναπέ. Γιατί δεν εκτελείς τις οδηγίες μας; Δεν ακούς, δεν καταλαβαίνεις, δε μπορείς ή βαριέσαι και τα περιμένεις από εμάς όλα έτοιμα; Απάντα τουλάχιστον όταν σε ρωτάμε αν μας ακούς ή αν μας καταλαβαίνεις. Δε μπορείς ή δε θέλεις ν’ απαντήσεις γιατί στην πραγματικότητα βαριέσαι να προσπαθήσεις; Θυμώνω. Φωνάζω και βρίζω. Εκείνη, την τύχη μου, τα θεία. Κι αυτός. Τη σηκώνουμε σπρώχνοντας και τραβώντας όσο που να ανέβει το μισό της σώμα στον καναπέ. Την πιάνω από τα πόδια και τη γυρίζω κατά μήκος του καναπέ. Αναγκαστικά θα μείνει εκεί μέχρι να μπορέσει να κουνηθεί.
Τι θα γίνει; Τρεις φορές μέσα σε 2 μέρες; Δεν αντέχουμε, ούτε αυτός, ούτε εγώ.
Φωνάζει. Όλες τις ώρες. Ζητάει συνέχεια. Το ίδιο πράγμα. Της το δίνω. Σταματάει. Για περίπου 30 δευτερόλεπτα. Το ξαναζητάει. Της θυμίζω ότι της το έδωσα. Με αγνοεί. Ανεβάζει την ένταση και, σα σπασμένος δίσκος, το ζητάει ξανά και ξανά και ξανά. Προσπαθώ να την αγνοήσω κι εγώ. Έχει περάσει μισή ώρα που δε σταματάει και την παρακαλώ να σταματήσει. Παρακαλώ, φωνάζω, τη βρίζω, τη βαράω. Δε σταματάει παρ’όλα τα χαστούκια. Δε σταματάει και μια τούφα της μου μένει στα χέρια. Δε σταματάει. Πότε θα πεθάνει πούστη θεέ; Να πεθάνει! Της το ουρλιάζω και μου απαντάει "μακάρι". Στο τέλος κλείνω την πόρτα να μην την ακούω.
Φεύγω. Πάω σπίτι μου.
Οχτώμιση η ώρα. Έτρεχα για να είμαι μια λογική ώρα στο νοσοκομείο. Ξύπνησα νωρίς αλλά έπρεπε και να μαζέψω καμιά κάλτσα από τη μπουγάδα. Το σπίτι μου είναι σα βομβαρδισμένο και δε θ’ αντέξω τις βδομάδες που θα ‘ρθουν χωρίς καθαρά ρούχα. Κάνει και γαμόκρυο από τότε που μπήκε στο νοσοκομείο. Γαμόκρυο Δεκεμβριάτικο ξαφνικό. Ένα καφέ κι ένα τοστ απ΄ το κυλικείο για να μην πέσω κάτω κι ανεβαίνω. Δε το έφαγα ποτέ αυτό το τοστ. Τη βρίσκω χωρίς ορό. Αυτόματα, δίχως να σκεφτώ, η αποθηκευμένη γνώση της χτεσινής και της προχτεσινής ημέρας με σπρώχνουν σαν αντανακλαστικά να ρωτήσω γιατί δεν έχει ορό. «Πάει εδώ κι ένα τέταρτο» μου λέει ο νοσοκόμος. «Δε πρόλαβες»
Σηκώνω τα σκεπάσματα. Είναι γυμνή, δεμένη σα γουρούνι. Και το στόμα της χάσκει σαν πηγάδι ανοιχτό. Ήταν συνέχεια γυρισμένη στο ένα αυτί και κοιτάω το αίμα που μαζεύτηκε σα μελανιές. Τα μάτια της είναι μισάνοιχτα. Δε πρέπει να της τα κλείσω;
Η Μερόπη βλέπει την θάλασσα και σκέπτεται
Πριν από 4 ώρες
58 σχόλια:
Ζωή σε εσένα. Τουλάχιστον αυτή είχε μια κόρη να νοιάζεται. Εμείς δεν θα έχουμε τίποτα.
Ελεύθερη, επιτέλους..
γιατι ο θανατος ειναι καλυτερος από την απαξιωση...
γιατι η φυγη ειναι καλύτερη απο τα δεσμα...
respect ...
πόσες φορές ειχα παρακαλέσει κι εγώ να φύγει ο δικος μου που ταλαιπωριόταν... τανίλα μου αναπαυθηκε. κοιτα την πάρτη σου τώρα και να είσαι σίγουρη ότι αυτό θέλει από σενα. μονο αυτο
*φιλί ρε ψυχούλα μου
kορίτσι μου, δεν πρέπει να έχεις τύψεις για τίποτα!
να τη θυμάσαι όπως ήταν, πριν αρχίσουν όλα τα παρατράγουδα. να τη θυμάσαι όταν ήταν ολόρθο δέντρο που η σκιά του έπεφτε σε όλους σας.
στήριξε τον πατέρα σου, στήριξε εσένα.
αν η ίδια είχε περιθώρια επιλογής, θα είχε επιλέξει να φύγει πολύ νωρίτερα.
κουράγιο τανίλα, να είσαι καλά και το 2009 να είναι πολύ πολύ καλύτερο για σένα και την οικογένειά σου...
Τα φέρνει έτσι η τύχη που η πρώτη μου ανάρτηση σε αυτόν τον ιστότοπο να είναι για ένα θέμα θλιβερό.
Διαβάζοντάς σε, δεν σκέφτηκα καμιά στιγμή πως πραγματικά ήθελες να "φύγει".
Λύτρωση αποζητούσες. 'Εκανες όλη τη δύσκολη δουλειά μόνη σου και ταυτόχρονα προσπάθησες να κρατήσεις ισορροπία στην προσωπική σου ζωή. Και είμαι απόλυτα σίγουρος για αυτό.
'Οπως και είμαι σίγουρος πως είναι περήφανη για σένα που της στάθηκες σε μια τέτοια καμπή στη ζωή της.
Το ξέρω, θα ήμουν και γω περήφανος αν η κόρη μου μια μέρα προσπαθούσε να με προσέχει τόσο πολύ όσο την πρόσεξες εσύ.
Δεν υπάρχει καλή ή κακή στιγμή για μια ζωή να τερματιστεί. Υπάρχει όμως πάντα μια καλή στιγμή για να θυμηθείς τις καλές και τις κακές στιγμές, να αξιολογήσεις την εμπειρία, να θρηνήσεις, να κλάψεις, να προσπεράσεις όλα τα δεινά και τιμήσεις με τον τρόπο σου, τη ζωή, σε ανάμνηση της παροχής ζωής που σου έδωσε.
Μη την ξεχάσεις μόνο. Τότε θα έχει φύγει στα αλήθεια.
Δήμος.
Διάβασα στο προηγούμενο άρθρο σου πως πέθανε το 2008 η μητέρα σου και κόλλησα. Τι να πώ; Βίοι παράλληλοι. Η δικιά μου σε παρόμοια κατάσταση έφυγε το 2001. Η διαφορα ήταν στα πάμπερς που φόραγε και στο ότι δεν έπεφτε απο το κρεββάτι - είχε χαμένα τα μυαλά της Αλτζχάϊμερ. Ούρλιαζε όμως και ζήταγε. ΚΑι εγώ δεν ήξερα απο ποιό πρεβάζι να πέσω και όταν έφευγα όλο έγνοια ήμουνα.
Ζωή σε σένα. Ησουνα άξια κόρη της, λεβέντισσα που δεν τη πέταξες σε ένα Ιδρυμα όπως πολλοί άλλοι, που τη γνοιάστηκες σαν μάνα της.
Δάκρυα υπάρχουν πολλά γιατί όσο κι αν έφυγε και ελευθερώθηκε, πάντα κοντά μας είναι οι γονείς αθάνατοι στέκουν μέσα μας.
Να υγιαίνεις γλυκιά,τρυφερή αντάρτισσα των μπλογκ. Και να σε αγαπούν φλογερά. Οπως άλλωστε σου αξίζει. Καλή χρονιά
Στραβά μονοκοτυλήδονα.
Κανένα ζαγάρι δε διάβασε την 3η παράγραφο απ'το τέλος έτσι;
ολοι την διαβασαμε...
ξεκολλα....
το respect σε σενα πηγαινε μαρη...
Να τη θυμάσαι.
Βεβαίως διάβασα και τη τρίτη παράγραφο, τις απελπισμένες αντιδράσεις σου. Και βέβαια θέλειςνα πεθάνει το γρηγορώτερο ο άνθρωπός σου να μη βασανίζεται άλλο.
Καλά στα λέει ο prozak, ξεκόλλα. Το respect, ναί για σένα είναι
Μην αγριεύεις μωρέ Τανίλα...
Τώρα τον μπαμπά σου και τα μάτια σου. Με εκτίμηση, START2
Η τριτη παραγραφος απεικονιζει τη σκληροτητα της καταστασης. Επισης απεικονιζει μια κοπελα που εχει τοσο πολυ κουραστει, οργιζεται, αγανακτει, θυμωνει, βριζει απειλει...δεν εχει τη ψυχικη δυναμη ουτε να δει, ουτε (περισσοτερο) να αισθανθει τιποτα.. μην εχεις τυψεις, αναπαυθηκε η γυναικα.. You did the best you could. Να το θυμασαι αυτο. Παντα.
Μόνο και μόνο το γεγονός πως γνώρισα έστω και ιντερνετικά έναν άνθρωπο σαν εσένα μέσα σ'αυτό το γαμώκοσμο, μου δίνει μια κλωτσιά να συνεχίσω...
Τον πατέρα σου και τα μάτια σου κορίτσι μου...
''Τον πατέρα σου και τα μάτια σου κορίτσι μου...''
Tα δικά της μάτια ποιος θα τα δει!;
Αχ, τι να πω...!
από δω και πέρα εμένα και τα μάτια σου..!!!!
μικρό μου λουκουμάκι....
:-)
Σ'αγαπώ! Όχι γιατί είναι μέρες αγάπης, αλλά γιατί απλά σ'αγαπώ! Με ξετίναξε το κείμενό σου, σ'αγαπώ και σου εύχομαι ότι καλύτερο! Είσαι θεά, είσαι έξυπνη, σου αξίζει ό,τι καλύτερο, τα φιλιά μου, τις καλύτερες ευχές μου κοριτσάρα μου, να είσαι καλά και το 2009 μόνο να χαμογελάς!!!
τη γυναίκα που την πρόσεχε γιατί δεν την παίρνατε σ/κ; ή εσωτερική;
πάντως μου τη σπάνε αυτοί που σιχτιρίζουνε αρρώστους αλλά δεν τους πάνε και στο κατάλληλο ίδρυμα εξαρχής. καλύτερα καθαρές δουλειές. (και κανά μπαξίσι στις νοσοκόμες).
τώρα καλή τύχη, γιατί με το θυμό που μάζεψες, σε βλέπω στα δύσκολα, βάλε ότι ήτανε μάνα, ποιός ξέρει τι σχέσεις είχατε, καλύτερα να πενθήσεις αντί να κάνεις μαγκιές.
Ok τώρα ο καθένας θα πει το κοντό του και το μακρύ του.Ο πόνος είναι μπερδεμένο συναίσθημα όπως φυσικά και όλα τα υπόλοιπα.Και όταν μια τέτοια ιστορία αφορά άλλον άνθρωπο και όχι την πάρτη μας ,το καλύτερο και το πιο τίμιο κατα την ταπεινή μου άποψη είναι να το βουλώνουμε οι υπόλοιποι.Αυτό για το σχόλιο του λαστ φίλου.Είδες?είπα και εγώ την τζούρα μου...Καλές χρονιές.
φίλη είμαι, και είχα το θάρρος να μην τα πω ανώνυμα...(σόρρυ που χρησιμοποιώ το χώρο για να απαντήσω επί πορσωπικού).
Σκέψου...κάποτε θα γεράσεις κι'εσύ!
Καλησπέρα Τανίλα και καλή χρονιά.
Συλληπητήρια για τη μανα σου που απεβίωσε.
Φαίνεται να πέρασες δύσκολες καταστάσεις και μάλλον ακόμη τις περνάς. Αν κατάλαβα καλά χτυπούσες την άρρωστη μητέρα σου που δεν καταλάβαινε μήπως και συνέλθει. Αυτό δεν μ'αρεσε. Το βρήκα σκληρό. Οσο οργή, πόνο, κούραση κι αν έχουμε ο πνευματικά ή και σωματικά ανάπηρος ηλικιωμένος δεν φταίει. Οποιος δεν τον θέλει τον βάζει σε ένα ίδρυμα, πληρώνει νοσοκόμες να κάνουν τη βρώμικη δουλειά αλλά δεν παραφέρεται.
Μου στείλανε αυτό το βίντεο
http://www.youtube.com/watch?v=mNK6h1dfy2o
Εύχομαι καλή χρονιά με περισσότερη καλωσύνη.
Συγνώμη αν η παραίνεσή μου για τον πατέρα σου φάνηκε σαν υπόδειξη. Σου εύχομαι ολόψυχα ό,τι επιθυμείς. START2
τώρα σχολιάζεις; δε σχολιάζεις
Όχι θεία Λένα δεν κάταλαβες τίποτα καλά, τίποτα απο όσα περνούσε η Τανίλα. Απολύτως τίποτα.
Καλή μου Τανίλα.
Ένοιωσα όλο τον πόνο σου την οργή σου την ανακούφισή σου την στενοχώρια σου που αλλιώς φανταζόσουν μικρή τα πράγματα και αλλιώς ήρθαν.
Τα ένοιωσα γιατί τα πέρασα όλα τα συναισθήματα αυτά μέσα σε 5 δευτερόλεπτα όταν πέθανε ο πατέρας μου από καρδιά 57 χρ. και δεν πρόλαβα να κάνω τίποτα. Έπλενα τα δόντια μου στο μπάνιο (χριστούγεννα 2005) και ακούω τη γύναίκα μου να λέει μετά το ντριν του τηλεφώνου... Ο πατέρας σου πέθανε. Ούτε νοσοκομεία ούτε ασθενοφόρα ούτε να βήξω δεν πρόλαβα. Και όλα αυτά που λέγαμε στριμώχτηκαν στο κεφάλι μου σε 5'' χωρίς να μπορώ να αλλάξω κάτι. Χωρίς να μπορώ να κάνω τίποτα απολύτως.
Φιλιά
Το ξαναγράφω γιατί έκανα λάθος
@Χρηστο, κατάλαβα πολύ καλά όπως και όλοι σας τι περνούσε Η ΤΑΝΙΛΑ. Αυτά που περνούσε Η ΜΑΝΑ και ο ΠΑΤΕΡΑΣ κανείς σας δεν τα κατάλαβε.
Οταν θα έρθετε στα χρόνια μου θα καταλάβετε τι σημαίνει να είσαι γέρος.
Καλή σας χρονιά
στενάχωρο να πρέπει να μιλάς για τέτοια πρωτοχρονιάτικα. το 1989 πέθανε η μητέρα μου σε ηλικία 48 ετών μετά από πολλά χρόνια που πάλευε τον καρκίνο. το τελευταίο πράγμα που θυμάμαι είναι ότι το προηγούμενο βράδυ καθόμουν απέναντι από το κρεβάτι της σε μια καρέκλα και την κοιτούσα με πλήρη απαξίωση, γιατί από το πρήξιμο που είχε σε όλο της το σώμα η φωνή της δεν έβγαινε καθαρή, νομίζω ότι ζητούσε να της πω αν έχει γυρίσει ο πατέρας μου από τη δουλειά. μάλλον καταλάβαινε το τέλος. εγώ πάλι νόμιζα ότι ήταν υπερβολική, φορτική και κουραστική και της απαντούσα αδιάφορα και ίσως και σκληρά. δεν θα το ξεχάσω ποτέ αυτό. ΠΟΤΕ. Κανείς δεν μπορεί να μου το βγάλει από το κεφάλι ότι ήμουν τόσο μαλακισμένη γουρούνα που μπόρεσα να φερθώ έτσι στον μόνο άνθρωπο που αγαπούσα τόσο την ώρα που είχε ανάγκη από μια καλή κουβέντα. από τύψεις, γι' αυτό δεν πήγα καν στην κηδεία της, γι' αυτό και εν μέρει δεν μπορώ να ξεχάσω τον πόνο μέχρι σήμερα. ελπίζω ότι αυτό περνάει με τον καιρό. συγχώρα τον εαυτό σου Τανίλα και προχώρα για να μην το κουβαλάς κι εσύ 20 χρόνια μετά. σε φιλώ. συγνώμη για το σεντόνι και τη μαυρίλα, απλά και εγώ τώρα που γράφω κλαίω μαζί.
θεια λένα, θα συμφωνησω με τον Χρηστο...
δεν κατάλαβες τπτ...
κι αν από όλα όσα έγραψε η τανίλα το μόνο που κράτησες είναι το χαστούκι που έριξε οταν επί πολλές ώρες η μάνα της ούρλιαζε επαναλαμβάνοντας το ίδιο πράγμα, τότε φοβάμαι ότι δε θες να καταλάβεις...
είναι πολύ εύκολο να μιλάς εκ του ασφαλούς, να προτείνεις λύσεις σε προβλήματα που δεν είναι δικά σου...
όσο για το υπονοούμενο πρεί σκληρότητας, τσιγκουνιάς κτλ, δε θα απαντήσω, γιατί δε θέλω να χαλάσω το κάρμα μου...
πάντως η καλοσύνη μας φαίνεται και στην κατανόηση που δείχνουμε απέναντι στους άλλους, κι όχι στην κριτική που ασκούμε...
@Κοκκινοσκουφίτσα, ο πατέρας μου αρρώστησε απο καρκίνο στον εγκέφαλο σε ηλικία 51 έτους και πέθανε 3 χρόνια αργότερα,όταν ήμουνα 12 ετών. Με τον πατέρα μου είχαμε πολύ στενή σχέση, τον λάτρευα και ήταν φίλος μου. Οταν όμως έμεινε για 3 χρόνια παράλυτος στο κρεββάτι, μου ήταν αδύνατον να τον πλησιάσω. Με πιάνουν τα δάκρυα που στο γράφω, μη με θεωρήσεις κανέναν μλκσμενο, με φώναζε όταν γύριζα απο το σχολείο, με καλούσε κοντά του να μου μιλήσει, να με δεί και εγώ δεν έμπαινα στην κάμαρά του, βούλωνα τα αυτιά μου και έφευγα. Και έκλαιγε ο καημένος ο μπαμπάς μου που η αρρώστεια τον είχε φάει, τον έκανε να μη θέλει η κόρη του να τον δεί. Και πέθανε και το είχα τύψεις μέχρι πρόπερσι. Που μιλούσα τυχαία για αυτό και μου είπε κάποιος μπλογκόφιλος ότι δεν μπορούσα να δεχθώ ότι έχασα τον πατέρα μου και οτι εκείνος ο καθηλωμένος ασθενής που συνεχώς με φώναζε (σημ. ότι δεν είχαμε νοσοκόμα τότε, οι δυό μας με τη μαμά τον φροντίζαμε δλδ, τροφή, μπάνιο-τουαλέττα, δεν αυτοεξυπηρετείτο) δεν ήταν ο πατέρας μου όπως τον ήξερα, η αυτοσυντήρηση με έκανε να φεύγω, ότι η φυγή μου ήταν απόλυτα φυσιολογική.
Οπως φυσιολογική ήταν η απάθειά σου Κοκκινοσκουφίτσα
και η αντίδρασή σου γλυκιά μου Τανίλα, ΑΠΟΛΥΤΑ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗ.Τη λάτρευες τη μαμά σου και δεν άντεχες να τη βλέπεις να διαλύεται.
Αν θέλεις να σε βοηθήσω σε κάτι στείλε μου μήνυμα, θα έρθω κοντά σου αμέσως.
papicos@yahoo.com
Tanila, που είσαι, καλή μου; Τι κάνεις, ψυχή μου; Από τις 30 Δεκεμβρίου του παρελθόντος έτους έχεις να φανείς! Γράψε, καρδούλα μου, ανησυχώ πολύ!!
απλά συλληπητήρια.όλα τ' αλλα είναι μαλακίες.
καλό κουράγιο
Οι άνθρωποι κάποια στιγμή λυγίζουν Α... ,αλλιώς δεν θα ήταν και άνθρωποι...!! (αυτό είναι για την 3 παράγραφο)
Ξεκουράστηκε και αυτή και εσείς.
υγ (το γεγονός ότι μοιράστηκες αυτήν σου την εμπειρία εδώ....κάτι λέει.Ξέρω πως τα συναισθήματα είναι αλλόκοτα...Μην αγχώνεσαι όλα θα πάρουν την θέση τους....ακόμα και οι τύψεις!)
συλληπητηρια!
κουραγιο!
Tανιλάκι, που είσαι χρυσό μου κορίτσι!; Τι κάνεις; Γράψε μας κάτι γλυκούλα μου. Για ό,τι ες εδώ είμαστε, καρδούλα μου.
Zωή σε λόγου σου!
Να ζήσεις να τη θυμάσαι!
Απλά θέλω να σε συγχαρώ για την κατάθεση ψυχής που έκανες εδώ μέσα!!
Και έχεις πολλή ψυχή!!!
Μπράβο σου!!
συλληπητήρια κορίτσι μου.
Τι δύσκολη κατάσταση. Είσαι όμως ήρωας, να το θυμάσαι. Μακάρι κι άλλοι να είχαν την δύναμη σου. Φιλιά
Τι να σου πω ρε Τανίλα, έχω χάσει κι εγώ τον πατέρα μου υπό πολύ παρόμοιες συνθήκες (όχι όμως συναισθηματικές, ήμουν αρκετά μικρότερος). Σε κάτι τέτοιες περιπτώσεις τα μπλογκ μου φαίνονται πολύ φτωχή επικοινωνία. Καλή δύναμη, αυτό.
"Ας μη μας δώσει η ζωή όσα μπορούμε να αντέξουμε".
Συλληπητήρια.
...
Συλληπητήρια. Δεν έχω να πω κάτι. Μόνο μπράβο για το κουράγιο και την δύναμη σου. Καλή χρονιά με υγεία
κορίτσι, δεν μπορώ να σχολιάσω, αδυνατώ!
Και όχι επειδή κατακρίνω τη στάση σου! Απλά αδυνατώ να βρω λέξεις, και το "συλληπητήρια" μου φαίνεται λίγο!
Καλημέρα καλή μου!
Τανιλίτσα, μωράκι μου, καλό σου απόγευμα!
Διαβάζοντας αυτό το κείμενο είναι σαν να ξαναζώ τα ξημερώματα της 22ης Δεκεμβρίου. Είναι η ημέρα που έχασα κι εγώ τον πατέρα μου, αφού πάλευε 10 μήνες με τον καρκίνο. Ένα καρκίνο που αποφάσισε να μπει και να τα κάνει πουτάνα όλα στη ζωή μας. 10 μήνες δεν είναι πολύς καιρός ταλαιπωρίας αν κάτσεις και το καλοσκεφτείς. Δεν είχα το χρόνο να κουραστώ ή να βαρέσω μπιέλες από τη συνεχή και αμετάκλητη κατάρευση ενός ανθρώπου που είχα συνηθίσει να τον βλέπω γερό και δυνατό σαν κυπαρίσι, δραστήριο σαν μαμούνι...
Δεν άφησα να μου τον πάρουν στο νοσοκομείο. Είπαμε με την μάνα μου πως δεν θέλουμε να φύγει εκεί μέσα. Έτσι τον κρατήσαμε στο σπίτι μαζί μας. Τη βραδιά που άρχισε να ταξιδεύει, μας φίλησε, μας αποχαιρέτησε, μας έδωσε την αγάπη του όπως μας την έδινε τόσα χρόνια. Του είπαμε πόσο τον αγαπάμε. Τα πόδια του πια δεν τον κρατούσαν. 40 κιλά όλα κι όλα είχε μείνει. Τον σήκωσα στα χέρια και τον πήγα στο κρεββάτι. Τον αγκάλιασα και τον φίλησα. Έπεσε για ύπνο και έφυγε. Ξεκίνησε ταξιδάκι θαλασσινό που τόσο τα αγαπούσε...
Είναι πολύ σημαντικό να καταφέρνεις να βοηθάς ένα άρρωστο άνθρωπο να φεύγει από αυτή τη ζωή ήρεμος. Είναι όμως ταυτόχρονα και το πιο ΔΥΣΚΟΛΟ πράγμα στον κόσμο. 10 μήνες προσπαθούσα να βοηθήσω τον άνθρωπο που μου έδωσε ζωή να φύγει εν ειρήνη. 10 μήνες μέσα μου κλαίω και σπαράζω γνωρίζοντας πως είχε πόνους φρικτούς, αδυναμία, αδιαθεσίες...
Είναι εύκολο να κρίνουμε κάποιον αλλά αυτό το δικαίωμα το αποκτάμε, ΜΟΝΟ όταν έχουμε περάσει τα ίδια ή παρόμοια με αυτόν. Μόνο τότε.
Συλλυπητήρια.
Δεν με αναγνωρίζει. Όχι πια. Δεν ξέρει τί ώρα είναι, τί μέρα είναι, που βρίσκεται. Μερικές φορές μιλάει. Λέει την ίδια πρόταση επί ώρες, μέχρι που ξεραίνεται το στόμα της. Τις περισσότερες φορές όμως φωνάζει. Άναρθρες κραυγές. Ουρλιαχτά. Μέσα στη νύχτα. Έπεσε. Έσπασε το χέρι. Το 'σκασε. Την ψάχνουμε. Προσπαθεί να πέσει από το μπαλκόνι. Κρατάει μαχαίρι. Προσπαθώ να της το πάρω- πόση δύναμη κρύβουν αυτά τα δάχτυλα? Με δαγκώνει. Πόσα μπορεί να αντέξει το ανθρώπινο κορμί? Και φωνάζει. Αχ, ας σταματήσει να φωνάζει. Πρόσεξε μη χάσεις την ψυχραιμία σου, μου λέει η αδερφή μου. Ξέρει. Και οι δύο ξέρουμε πόσο εύκολο είναι.
Δεν υπάρχει πια για μένα. Είναι ένας μπόγος σε εμβρυική κατάσταση που παλεύει όχι να βγει από τη μήτρα, αλλά να ελευθερωθεί.
Η μαμά σου ελευθερώθηκε Τανίλα. Να τη θυμάσαι όμορφη, δυνατή και γελαστή. Με την αξιοπρέπειά της, που η αρρώστια της έκλεψε.
Σε φιλώ.
Δεν ξέρω τι να σου πω γιαυτό.
Ξέρω μόνο πως πονάει πολύ.
Όσο περνάει ο καιρός.
δ
δεν το εχω περασει αυτο αγαπημενη μου τανιλα αλλα εγω θα επαιρνα ολα οσα ειχε να μου δωσει αυτη η κατασταση και θα προχωρουσα...
Πρώτη φορά. Δεν έχω πολλά λόγια για σήμερα. Μόνο λίγα δάκρυα κι ευχές για εκείνη, να πετάει κάπου ψηλά και να γελά, μόνο να γελά.
Οσο για σένα, το δυσκολότερο είναι να μπορείς να ανοίγεις την ψυχή σου και να λες αυτή είμαι. Και σε βλέπουμε ολοκάθαρα τώρα. Ακόμα κι όταν ουρλιάζεις, ακόμα κι όταν σιωπάς.
Ολα να γίνουν γαλήνια τώρα. Καλή χρονιά να έχεις!
Συγκλονιστικό. Καλή συνέχεια σου εύχομαι, ειλικρινά δεν ξέρω τι άλλο να γράψω που να μην φανεί ανεπαρκές.
Να σαι καλά.
Ησύχασε η γυναίκα και ησύχασες κι εσυ.
Αυτο ειμαστε οι ανθρωποι.Ουτε δράματα χρειαζονται κορίτσι μου ,ουτε τύψεις ,ουτε τίποτε.
Έμπειρίες ειναι ολα στον καμβά της ζωης.Τιποτε άλλο.
Νασαι καλα και να προσέχεις τον εαυτό σου.
Καλή σου μέρα, Τανιλάκι!!!!!!!!!!
Εσκισες τη ψυχή μου χίλια κομάτια.
Σε διαβάζω πρώτη φορά. Με δάκρυα στα μάτια.
Οχι για το θάνατο. Οχι για το πόνο.
Για την ΑΛΗΘΕΙΑ που κραυγάζει στις λέξεις σου. Για την απαξίωση που χρωστάει μερικές φορές η κωλοζωή στους ανθρώπους. Για την αντιφατικότητα των συναισθημάτων που χωρίς να τα αποκαλύπτεις, εγώ τα νοιώθω.
Για σένα. Για τη μάνα σου. Για τη μάνα μου.
Νάσαι καλά.
Σ' ευχαριστώ.
@ ανωνυμος: "χρυσό μου κορίτσι", "γλυκούλα μου", "μωράκι μου","καρδούλα μου" να σε πει το πρώτο σου παιδί.
ΧΑΧΑΧΧΑΧΑΧΑ, τόσες μέρες αυτή την απάντηση περίμενα...!!!!!
χαχαχαχαχα
Tanila is back! Σε διαβαζω καιρο αλλα τωρα σου γραφω πρωτη φορα. Ολα καλα θα πανε. :-)
Magica
Θερμά συλλυπητήρια και από μένα...Κλισέ από αυτά που σου την σπάνε, το ξέρω, αλλά είναι μέσα από την καρδιά μου και αυτό μετράει...
ΔΕν έχω να πω τίποτα. Μερικές φορές ακόμα κι εγώ το βουλώνω.
Και σκύβω το κεφάλι.
Προτιμώ να κοιτάω τον άλλον στα μάτια παρά να του λέω "συλληπητήρια". Νιώθω πως δεν φτάνουν και δεν γιατρεύουν τίποτα. Μόνο μια δήλωση είναι - που έχει κι αυτή την αξία της βέβαια.
Σε κοιτώ στα μάτια λοιπόν.
Ολόψυχα.
Αυτό.
Από το patsiouri σε βρήκα.
Δημοσίευση σχολίου