Eχτές σε κάποια κωλοστενά σε μια κωλοσυνοικία, κάπου στο κέντρο της πόλης, με φριχτή ρυμοτομία, και όπου όλοι οι δρόμοι είναι μονόδρομοι, η διαδρομή για να πάω σε σπίτι φίλης είναι συγκεκριμένη και εντελώς κουλή και δαιδαλώδης, με περίεργες στροφές.
Μια μάλιστα φτάνει να είναι σχεδόν 180 μοιρών.
Παίρνω λοιπόν τη στροφή, με ό,τι ταχύτητα μπορείς να έχεις για μια τέτοια μανούβρα, δηλαδή γύρω στα 5 χλμ/ώρα. Και πέφτω μπροστά σε μια οικογένεια με παππού που μου περπατάνε άνετοι στη μέση του οδοστρώματος.
Σταματάω και περιμένω να παραμερίσουν (οι παππούδες είναι δυσκίνητοι), και ακούω κι από πάνω "πως τρέχεις έτσι κοπέλα μου"!!!!
Ε, το άνοιξα το παράθυρο και φάγανε μια μούτζα όλη δικιά τους!
Τη βρωμόμουνη παλιοφλομπα που έπρεπε να της τον πατήσω τον κωλόγερο!
Η κάθε τελευταία συνοικία νομίζει ότι είναι ιδιοκτήτρια του ζέχνοντος στενού μπροστά από την ελενίτ ετοιμόρροπη καλύβα της!
Φοραδοπούτανο με τους εφτά κώλους, που βόλταρες χτες βράδυ στη γωνία Σύρου και Ζακύνθου στην Κυψέλη, λες και ήσουνα στο βρομερό χωριό σου, κατά τις εννιά το βράδυ μαζί με τον παππού σου κι άλλο ένα άτομο, για σένα λέω!
Extravaganza
Πριν από 7 ώρες





Συνεχίζω με τις «παραμυθιάτικες» και πρώτη την Κοκκινοσκουφίτσα. Άλλη που το είχε δίπορτο και το έπαιζε αθώα Μαγδαληνή. ΚΑΙ με τον κυνηγό ΚΑΙ με το λύκο μωρή; Και κτηνοβασία; Και δήθεν τρέχουμε μεταμελημένες στον κυνηγό διότι «ο λύκος με έφαγε, εγώ δεν ήθελα»! Ακόμα και η γιαγιά υποψιάζομαι ότι είχε ύποπτο ρόλο στην όλη υπόθεση. Άλλωστε αυτή της γνώρισε το λύκο, το τριχωτό το μπρουτάλ αρσενικό.
Η αρχι-τσουλάρα βέβαια ήταν η Χιονάτη. Η οποία το έσκασε από το πατρικό της για να πάει να συζήσει με εφτά περικαλώ. Εντάξει, κοντούς, αλλά σάμπως δεν έχουν οι κοντοί πούτσο; Αχόρταγη η μαντάμ. Και στο φινάλε,τους παρατάει κι αποπάνω για έναν όγδοο, τυχαίο περαστικό πρίγκιπα, που της έταξε καθωσπρεπισμό, μονιμότητα και πριγκιπάτο. Διότι οι νάνοι, τι να σου κάνουν οι δόλιοι; Φτωχοί εργάτες ήταν, μεσ’τον ιδρώτα και τη σκόνη του αδαμαντωρυχείου. Πουλημένη!
Μη ξεχάσω την αθώα Κάντυ-Κάντυ με το διαρκώς έκπληκτο ύφος κυνηγημένου σπουργιτιού. Η οποία μόλις πέθανε ο πιλότος πήγε και τα έφτιαξε με άλλον, πριν κρυώσει το πτώμα. Στις εννιά του μακαρίτη, άλλον έβαλες στο σπίτι!